lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μετρώ στα πορτογαλικά

Λέξη:
μετρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (19):
achar, acreditar, atender, balizar, calcular, computar, confiar, considerar, contar, crer, deduzir, detalhar, enumerar, estimar, medir, numerar, ornear, orçar, pensar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μετρώ, μετρώ το μήκος, μετρώ το βάρος δ δημοτικού, μετρώ το βάρος, μετρώ την επιφάνεια βρίσκω το εμβαδόν, μετρώ τα κύματα, μετρώ στα πορτογαλικά, achar στα ελληνικά
μετρώ στα πορτογαλικά