lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μετρώ στα ιταλικά

Λέξη:
μετρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (20):
calcolare, computare, considerare, contare, conto, credere, dedurre, detrarre, elencare, giudicare, mirare, misurare, numerare, opinare, pensare, puntare, reputare, ritenere, stimare, valutare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά μετρώ, μετρώ το μήκος, μετρώ το βάρος δ δημοτικού, μετρώ το βάρος, μετρώ την επιφάνεια βρίσκω το εμβαδόν, μετρώ τα κύματα, μετρώ στα ιταλικά, calcolare στα ελληνικά
μετρώ στα ιταλικά