lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ουρά στα πορτογαλικά

Λέξη:
ουρά (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (14):
cabeleira, cauda, caule, cima, cola, desembocadura, extremidade, fim, final, pico, ponta, rabo, término, ápice
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ουρά, ουρά του αλόγου, ουρά σκύλου, ουρά προτεραιότητας, ουρά πεταλούδας, ουρά μοσχαριού, ουρά στα πορτογαλικά, cabeleira στα ελληνικά
ουρά στα πορτογαλικά