lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προδότης στα πορτογαλικά

Λέξη:
προδότης (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
aleivoso, renegado, traidor
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά προδότης, προδότησ συνώνυμα, προδότησ ορισμόσ, προδότης χριστόφιας, προδότης τσιράκι της μέρκελ του δντ και των τραπεζών, προδότης στην άλωση της κωνσταντινούπολης, προδότης στα πορτογαλικά, aleivoso στα ελληνικά
προδότης στα πορτογαλικά