lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φτωχαίνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
φτωχαίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
empobrecer, esterilizar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά φτωχαίνω, φτωχαίνω στα πορτογαλικά, empobrecer στα ελληνικά
φτωχαίνω στα πορτογαλικά