lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ρολόι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
clock, ticker, watch
ρολόι
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
hodinky, hodiny
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
armbanduhr, stoppuhr, ticker, uhr
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
armbåndsur, klokke, lommeur, ur
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
reloj
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bassinoire, chronomètre, coucou, horloge, montre
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
orologio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
armbandsur, armbåndsur, klokke, lommeur, ur
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
часы
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
armbandsur, klocka, kloke, ur
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
orë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
часовник
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
гадзiньнiк, гадзіннік
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kello
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sat
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
óra
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
laikrodis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
elogio, pêndulo, relógio
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
ura
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
hodinky, hodiny
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
годинник, годинники, дивитися, пильнувати, спостерігати, табельник, таймер
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
zegar, zegarek

Σχετικές λέξεις

ρολόι τοίχου, ρολόι πειραιά, ρολόι χειρός, ρολόι ονειροκρίτης, ρολόι τσέπης, ρολόι breeze, ρολόι παγκράτι, ρολόι δεη, ρολόι ιωδίου, ρολόι κινητό