lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καλύπτω στα ρωσικά

Λέξη:
καλύπτω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (3):
одеяло, прикрытие, закрывать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά καλύπτω, καλύπτω τούρτα με ζαχαρόπαστα, καλύπτω το κενό, καλύπτω τα νώτα μου, καλύπτω συνωνυμα, καλύπτω στα αγγλικά, καλύπτω στα ρωσικά, одеяло στα ελληνικά
καλύπτω στα ρωσικά