μοιχός στα αγγλικά μοιχός στα τσεχική μοιχός στα γερμανικά μοιχός στα ισπανικά μοιχός στα γαλλικά μοιχός στα πορτογαλικά μοιχός στα πολωνική
γεγονός στα νορβηγικά δελεάζω στα ουκρανικά κατάσκοπος στα λιθουανική μετά στα ιταλικά θεραπεύω στα λιθουανική
μετά μεσημβρίας γεγονός ετυμολογία ο κατάσκοποσ δελεάζω συνώνυμο θεραπεύω αρχαια