lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οξύς στα ρωσικά

Λέξη:
οξύς (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
испытующий, острый, прозорлив, прозорливый, пронзителен, пронзительный, проницателен, проницательный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά οξύς, οξύς τοκετός, οξύς πόνος στο στομάχι, οξύς πόνος στο κεφάλι, οξύς πόνος στο γόνατο, οξύς πόνος στο αυτί, οξύς στα ρωσικά, испытующий στα ελληνικά
οξύς στα ρωσικά