lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περιέχω στα ρωσικά

Λέξη:
περιέχω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
включать, вмещать, заключать, охватывать, понимать, содержать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά περιέχω, περιέχω συνώνυμα, περιέχω στα αγγλικά, περιέχω αγγλικά, περιέχω translate, περιέχω στα ρωσικά, включать στα ελληνικά
περιέχω στα ρωσικά