lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φωνάζω στα ρωσικά

Λέξη:
φωνάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
вопить, галдеть, кричать, верещать, орать, восклицать, вскрикивать, выкрикивать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά φωνάζω, φωνάζω συνώνυμα, φωνάζω στο παιδί μου, φωνάζω στα αγγλικά, φωνάζω ονειροκρίτης, το φωνάζω, φωνάζω στα ρωσικά, вопить στα ελληνικά
φωνάζω στα ρωσικά