lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυθεντικός στα σουηδικά

Λέξη:
αυθεντικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (15):
autentisk, egentlig, gedigen, genuin, plausibel, pur, pålitlig, riktig, rätt, sann, sanningsenlig, trovärdig, vederhäftig, verklig, äkta
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά αυθεντικός, αυθεντικός τσελεμεντές, αυθεντικός συνώνυμο, αυθεντικός μαραθώνιος, αυθεντικός ιρλανδέζικος καφές, αυθεντικός αντωνυμο, αυθεντικός στα σουηδικά, autentisk στα ελληνικά
αυθεντικός στα σουηδικά