lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δηλητήριο στα σουηδικά

Λέξη:
δηλητήριο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
etter, gift, edler
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά δηλητήριο, δηλητήριο φιδιού, δηλητήριο του σκορπιού, δηλητήριο σφήκας, δηλητήριο στη φλέβα, δηλητήριο ρικίνη, δηλητήριο στα σουηδικά, etter στα ελληνικά
δηλητήριο στα σουηδικά