lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμβόλιο στα σουηδικά

Λέξη:
εμβόλιο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά εμβόλιο, εμβόλιο τετάνου, εμβόλιο μηνιγγιτιδόκοκκου, εμβόλιο μαντού, εμβόλιο λύσσας, εμβόλιο ηπατίτιδας β, εμβόλιο στα σουηδικά, vaccin στα ελληνικά
εμβόλιο στα σουηδικά