lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευλύγιστος στα σουηδικά

Λέξη:
ευλύγιστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (7):
elastisk, spenstig, smidig, vig, mjuk, plastisk, rörlig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ευλύγιστος, ευλύγιστος συνώνυμα, ευλύγιστος συνωνυμο, ευλύγιστος στα σουηδικά, elastisk στα ελληνικά
ευλύγιστος στα σουηδικά