lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζητιανεύω στα σουηδικά

Λέξη:
ζητιανεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (7):
anhopa, församla, samla, sammanträda, be, bettla, tigga
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ζητιανεύω, ζητιανεύω στα σουηδικά, anhopa στα ελληνικά
ζητιανεύω στα σουηδικά