lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κοπάζω στα σουηδικά

Λέξη:
κοπάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (5):
avkorta, avtagande, minska, reducera, sjunka
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κοπάζω, κοπάζω στα σουηδικά, avkorta στα ελληνικά
κοπάζω στα σουηδικά