lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νυσταγμένος στα σουηδικά

Λέξη:
νυσταγμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
dåsig, sömnig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά νυσταγμένος, νυσταγμένος στα σουηδικά, dåsig στα ελληνικά
νυσταγμένος στα σουηδικά