lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άσπλαχνος στα τσεχική

Λέξη:
άσπλαχνος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (13):
absolutistický, absolutní, bezcitný, bezpodmínečný, kategorický, krutý, naprostý, nelítostný, nemilosrdný, neomezený, neúprosný, svrchovaný, úplný
Σχετικές λέξεις:
τσεχική άσπλαχνος, άσπλαχνος στα τσεχική, absolutistický στα ελληνικά
άσπλαχνος στα τσεχική