lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άσπλαχνος στα δανική

Λέξη:
άσπλαχνος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (5):
nådeløs, ubarmhjertig, absolut, hensynsløs, ren
Σχετικές λέξεις:
δανική άσπλαχνος, άσπλαχνος στα δανική, nådeløs στα ελληνικά
άσπλαχνος στα δανική