lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναπληρωτής στα τσεχική

Λέξη:
αναπληρωτής (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (16):
adjunkt, asistent, náměstek, pobočník, pomoc, pomocnice, pomocník, pomocný, poradce, péče, přidělený, přispění, spolupracovník, výpomoc, výpomocný, zástupce
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αναπληρωτής, αναπληρωτής υπουργός οικονομικών, αναπληρωτής υπουργός εσωτερικών, αναπληρωτής υπουργός, αναπληρωτής πρωθυπουργός, αναπληρωτής προϊστάμενος, αναπληρωτής στα τσεχική, adjunkt στα ελληνικά
αναπληρωτής στα τσεχική