lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εκκαθαρίζω στα τσεχική

Λέξη:
εκκαθαρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (12):
likvidovat, odstranit, očistit, pročistit, uklidit, uklízet, vynechat, vyčistit, vyřídit, zlikvidovat, zrušit, čistit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική εκκαθαρίζω, εκκαθαρίζω στα τσεχική, likvidovat στα ελληνικά
εκκαθαρίζω στα τσεχική