lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εφηβεία στα τσεχική

Λέξη:
εφηβεία (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (12):
dorost, dospívající, dospívání, jinoch, jinošský, jinošství, mladický, mladistvý, mladost, mladík, mladý, mládež
Σχετικές λέξεις:
τσεχική εφηβεία, εφηβεία στα τσεχική, dorost στα ελληνικά
εφηβεία στα τσεχική