lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φαίνομαι στα ουγγρική

Λέξη:
φαίνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (12):
arckifejezés, arcszín, előfordul, feltűnni, kinézni, kinézés, külső, megjelenik, megjelenni, megjelenés, megvilágítás, ária
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική φαίνομαι, φαίνομαι συνώνυμο, φαίνομαι στα αγγλικά, φαίνομαι παράγωγα, φαίνομαι ομόρριζα, φαίνομαι μικρότερη, φαίνομαι στα ουγγρική, arckifejezés στα ελληνικά
φαίνομαι στα ουγγρική