καταστολή στα αγγλικά καταστολή στα γερμανικά καταστολή στα δανική καταστολή στα ισπανικά καταστολή στα γαλλικά καταστολή στα ιταλικά καταστολή στα νορβηγικά καταστολή στα ρωσικά καταστολή στα βουλγαρικά καταστολή στα λευκορωσίας καταστολή στα ουκρανικά καταστολή στα πολωνική
μέρος στα ιταλικά διατηρώ στα νορβηγικά ατομικότητα στα αγγλικά πολύς στα αλβανικά κόβω στα ισπανικά
κόβω τούφες διατηρώ αντωνυμο ατομικότητα στοιχείων μέρος του λόγου κατηγορούμενο πολύς παραθετικά αρχαία