lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κόβω στα ισπανικά

Λέξη:
κόβω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (21):
amputar, coagular, coagularse, congelar, cortar, cruzar, cruzarse, cuajar, dallar, decapitar, picar, rajar, rebanar, recortar, repicar, segar, surcar, tajar, taladrar, talar, trinchar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά κόβω, κόβω φλέβες - λευτερης πανταζής στιχοι, κόβω φλέβες - λευτερης πανταζής, κόβω φλέβες, κόβω τούφες, κόβω το τσιγάρο, κόβω στα ισπανικά, amputar στα ελληνικά
κόβω στα ισπανικά