lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τεντώνομαι στα τσεχική

Λέξη:
τεντώνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (8):
přetáhnout, prodloužit, prodlužovat, protáhnout, protahovat, tahat, vytáhnout, vytahovat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική τεντώνομαι, τεντώνομαι στα τσεχική, přetáhnout στα ελληνικά
τεντώνομαι στα τσεχική