φτέρη στα αγγλικά φτέρη στα γερμανικά φτέρη στα δανική φτέρη στα ισπανικά φτέρη στα γαλλικά φτέρη στα νορβηγικά φτέρη στα ρωσικά φτέρη στα σουηδικά φτέρη στα λευκορωσίας φτέρη στα εσθονική φτέρη στα φινλανδικά φτέρη στα ουγγρική φτέρη στα λιθουανική φτέρη στα ουκρανικά φτέρη στα πολωνική
αποφασιστικότητα στα δανική έκβαση στα δανική καταριέμαι στα ιταλικά τριφύλλι στα ουκρανικά
έκβαση english καταριέμαι συνώνυμο αποφασιστικότητα ορισμος τριφύλλι ladino