lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμέλεια στα φινλανδικά

Λέξη:
αμέλεια (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
laiminlyönti, leväperäisyys
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά αμέλεια, αμέλεια συνώνυμο, αμέλεια συνώνυμα, αμέλεια στα αγγλικά, αμέλεια ποινικό, αμέλεια ορισμός, αμέλεια στα φινλανδικά, laiminlyönti στα ελληνικά
αμέλεια στα φινλανδικά