lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βομβαρδίζω στα φινλανδικά

Λέξη:
βομβαρδίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά βομβαρδίζω, βομβαρδίζω στα φινλανδικά, pommittaa στα ελληνικά
βομβαρδίζω στα φινλανδικά