lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χρησιμοποιώ στα φινλανδικά

Λέξη:
χρησιμοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (14):
edullisuus, etu, etuus, harjoittaa, hyöty, hyötyä, käytellä, käyttäminen, käyttää, käyttö, nautinta, panna, sovelluttaa, voitto
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά χρησιμοποιώ, χρησιμοποιώ συνώνυμα, χρησιμοποιώ στα αγγλικά, χρησιμοποιώ προστακτική, χρησιμοποιώ λεξικό, χρησιμοποιώ κλίση, χρησιμοποιώ στα φινλανδικά, edullisuus στα ελληνικά
χρησιμοποιώ στα φινλανδικά