lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: όρκος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
oath, pledge, plight, swear, swearing, troth, vow, vowing
όρκος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
přísaha, slib
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eid, gelöbnis, gelübde, schwur, schwören
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
ed, løfte
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
juramento, voto
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
serment
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
giuramento
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ed, løfte
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
зарок, зароки, клятва, присяга
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ed, löfte
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
tõotus, vanne
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vala
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zavjet
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
eskü, fogadalom
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
priesaika
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
jura, juramento, voto
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
jurământ
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
клятва
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
przysięga, ślubowanie

Σχετικές λέξεις

όρκος του ιπποκράτη, όρκος φιλικών, όρκος στρατού, όρκος των αθηναίων εφήβων, όρκος μεγάλου αλεξάνδρου, όρκος του ιπποκράτη αρχαιο κειμενο, όρκος του ιπποκράτη δωρο, όρκος δικηγόρων, όρκος μάλαμας στίχοι, όρκος σιωπής