lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανόητος στα γερμανικά

Λέξη:
ανόητος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (15):
absurd, albern, blöd, blödsinnig, doof, dumm, einfältig, lächerlich, närrisch, sinnlos, töricht, unklug, unsinnig, wahnsinnig, widersinnig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ανόητος, παλαιό ανόητος, ανόητος συνώνυμα, ανόητος στα αρχαία, ανόητος στα αγγλικά, ανόητος αγγλικά, ανόητος στα γερμανικά, absurd στα ελληνικά
ανόητος στα γερμανικά