ταυτόχρονα στα αγγλικά ταυτόχρονα στα τσεχική ταυτόχρονα στα δανική ταυτόχρονα στα ισπανικά ταυτόχρονα στα γαλλικά ταυτόχρονα στα νορβηγικά ταυτόχρονα στα σουηδικά ταυτόχρονα στα φινλανδικά ταυτόχρονα στα ουγγρική ταυτόχρονα στα πολωνική ταυτόχρονα στα σλοβακική
ξεπερνώ στα πορτογαλικά καθυστέρηση στα σουηδικά αυτονομία στα ισπανικά αιματηρός στα ιταλικά εφαρμόζω στα ισπανικά
καθυστέρηση συνώνυμα αυτονομία θέρμανσης σε παλιές πολυκατοικίες ξεπερνώ τα όρια μου εφαρμογή συνώνυμο