lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εφαρμόζω στα ισπανικά

Λέξη:
εφαρμόζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (15):
adaptar, administrar, aplicar, arrimar, atenerse, echar, emplear, estilar, guardar, imponer, infligir, poner, practicar, usar, utilizar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά εφαρμόζω, εφαρμόζω μετάφραση, εφαρμόζω κλιση, εφαρμόζω ετυμολογια, εφαρμόζω βικιλεξικο, εφαρμόζω αόριστος, εφαρμόζω στα ισπανικά, adaptar στα ελληνικά
εφαρμόζω στα ισπανικά