τρανζίστορ στα αγγλικά τρανζίστορ στα τσεχική τρανζίστορ στα γερμανικά τρανζίστορ στα δανική τρανζίστορ στα ισπανικά τρανζίστορ στα γαλλικά τρανζίστορ στα ρωσικά τρανζίστορ στα λευκορωσίας τρανζίστορ στα εσθονική τρανζίστορ στα κροατικά τρανζίστορ στα λιθουανική τρανζίστορ στα σλοβακική τρανζίστορ στα ουκρανικά τρανζίστορ στα πολωνική
πρόσθετο στα αγγλικά μάταιος στα ρωσικά καυστικός στα τσεχική βελάζω στα πολωνική μόριο στα αγγλικά
μόριο γλυκόζης καυστικός σημασία πρόσθετο επίδομα τέκνου μάταιος συνώνυμα