επηρεάζω στα αγγλικά επηρεάζω στα γερμανικά επηρεάζω στα δανική επηρεάζω στα ισπανικά επηρεάζω στα γαλλικά επηρεάζω στα νορβηγικά επηρεάζω στα ρωσικά επηρεάζω στα σουηδικά επηρεάζω στα λευκορωσίας επηρεάζω στα φινλανδικά επηρεάζω στα ουκρανικά επηρεάζω στα πολωνική επηρεάζω στα ιταλικά επηρεάζω στα πορτογαλικά
χρησιμοποιώ στα νορβηγικά δίνω στα ουκρανικά αρωγή στα γαλλικά αγορά στα φινλανδικά φασόλι στα πολωνική
χρησιμοποιώ κλίση αγορά laptop αρωγή καρδίτσα δίνω πως κλίνεται φασόλι εξάρχεια