φιμώνω συνώνυμο, φιμώνω συνώνυμα, φιμώνω στα αγγλικά
μαία αντιμόνιο σανίδα στάδιο κόλλα γίδα νεύρο αδέξιος τωρινός ξυπνώ εγκαταλείπω προσεύχομαι δείγμα διώρυγα ουλή λατρεία ανταλλάσσω δημητριακό αναρρώνω αργκό