lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποφασιστικός στα αγγλικά

Λέξη:
αποφασιστικός (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (20):
absolute, assertive, assertiveness, categorical, decided, decisive, declared, definitive, drastic, emphatic, firm, flat, insistent, outright, peremptory, pointed, positive, resolute, resolved, stable
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά αποφασιστικός, αποφασιστικός συνώνυμο, αποφασιστικός συνώνυμα, αποφασιστικός στα αγγλικα, αποφασιστικός στα αγγλικά, absolute στα ελληνικά
αποφασιστικός στα αγγλικά