lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εγκοπή στα αγγλικά

Λέξη:
εγκοπή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (13):
dent, incision, indent, indentation, indention, indenture, nick, nicking, nock, notch, score, scotch, snick
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά εγκοπή, εγκοπή στα αγγλικά, dent στα ελληνικά
εγκοπή στα αγγλικά