lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εγκοπή στα φινλανδικά

Λέξη:
εγκοπή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
kolo, lovi
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά εγκοπή, εγκοπή στα φινλανδικά, kolo στα ελληνικά
εγκοπή στα φινλανδικά