lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευλύγιστος στα αγγλικά

Λέξη:
ευλύγιστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (19):
elastic, expandable, flex, flexible, limber, lissom, lithe, malleable, nimble, open-ended, pliable, pliant, resilient, springy, stretch, stretchy, supple, whippy, willowy
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά ευλύγιστος, ευλύγιστος συνώνυμα, ευλύγιστος συνωνυμο, ευλύγιστος στα αγγλικά, elastic στα ελληνικά
ευλύγιστος στα αγγλικά