lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευλύγιστος στα νορβηγικά

Λέξη:
ευλύγιστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (9):
elastisk, fleksibel, spenstig, smidig, bøyelig, mjuk, myk, plastisk, rørlig
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ευλύγιστος, ευλύγιστος συνώνυμα, ευλύγιστος συνωνυμο, ευλύγιστος στα νορβηγικά, elastisk στα ελληνικά
ευλύγιστος στα νορβηγικά