lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αναβίωση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rebirth, regeneration, renaissance, renascence, revival
αναβίωση
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
obroda, obrození, regenerace, renesance
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
renaissance, wiederbelebung, wiedererwachen, wiedergeburt
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
regenerering, renæssance
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
renacimiento
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
renaissance, régénération, résurrection
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rinascimento, rinascita, risorgimento
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gjenfødelse, regenerering, renessanse
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
возрождение
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rilindje
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ренесанс
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
адраджэнне
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
uudistuminen
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
renesansa
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
feléledés, megújhodás, reneszánsz, újjászületés
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
renesansas
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
znovuzrodenie
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відновлення, відновлювання, відродження, народження, пожвавлення, поновлення, походження, ренесанс
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
odrodzenie

Σχετικές λέξεις

αναβίωση επε, αναβίωση εταιρείας, αναβίωση δράμα, αναβίωση της κλασικής ολυμπιάδας στην ολυμπία, αναβίωση συνώνυμο, αναβίωση ανώνυμης εταιρείας, αναβίωση ολυμπιακών αγώνων, αναβίωση ομόρρυθμης εταιρίας, αναβίωση ολυμπιακών αγώνων 1896, αναβίωση συνώνυμα