lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: απών

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
absent, absented, absentee, absenter, away, distant, truant, vacant
απών
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
chybějící, nepozorný, nepřítomný, roztržitý
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abwesend
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
fraværende
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ausente
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
absent, manquant
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assente, lontano, mancante
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fraværende, vekk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отсутствующий
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
frånvarande
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
puuduja
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
poissa, poissaoleva
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odsutan
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
hiányzó
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
nesantis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ausente
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
absent
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
nieobecny

Σχετικές λέξεις

απών χανιά, απών κλίση, απών σειρά, απών επεισόδια, απών mega, απών τελευταίο επεισόδιο, απών στίχοι, απών το 2ο επεισόδιο, απών μιρέλλα παπαοικονόμου, απών mega tv