lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ήττα στα βουλγαρικά

Λέξη:
ήττα (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
бедствие, поражение
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά ήττα, ήττα των γάλλων στο ντιέν μπιέν φου, ήττα του 1897, ήττα συνώνυμα, ήττα παίδες ελλήνων, ήττα ολυμπιακού, ήττα στα βουλγαρικά, бедствие στα ελληνικά
ήττα στα βουλγαρικά