lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανοικτός στα βουλγαρικά

Λέξη:
ανοικτός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
отворен, отворено
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά ανοικτός, ανοιχτός αλληλόχρεος λογαριασμός, ανοικτός πνευμοθώρακας, ανοικτός μαγνητικός τομογράφος στη θεσσαλονίκη, ανοικτός μαγνητικός τομογράφος πειραιάς, ανοικτός μαγνητικός τομογράφος θεσσαλονίκη, ανοικτός στα βουλγαρικά, отворен στα ελληνικά
ανοικτός στα βουλγαρικά