lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανοικτός στα τσεχική

Λέξη:
ανοικτός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (19):
evidentní, nechráněný, nepokrytý, neskrývaný, nápadný, obecenstvo, obecní, otevřený, očividný, patrný, prohlášení, publikum, samozřejmý, upřímný, veřejnost, veřejný, volný, zjevný, zřejmý
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ανοικτός, ανοιχτός αλληλόχρεος λογαριασμός, ανοικτός πνευμοθώρακας, ανοικτός μαγνητικός τομογράφος στη θεσσαλονίκη, ανοικτός μαγνητικός τομογράφος πειραιάς, ανοικτός μαγνητικός τομογράφος θεσσαλονίκη, ανοικτός στα τσεχική, evidentní στα ελληνικά
ανοικτός στα τσεχική