lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σωρός στα γαλλικά

Λέξη:
σωρός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (24):
abattis, amas, amoncellement, barge, bloc, bûche, bûcher, caca, ensablement, fatras, liasse, meule, moie, monceau, moyette, pile, potée, ruée, tapée, tas, trimbalée, tripotée, échafaudage, écroulement
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά σωρός, σωρός τάσσου παπαδόπουλου, σωρός σύμπλεγμα των εχινάδων, σωρός σορός, σωρός μαρούσι, σωρός εχινάδων, σωρός στα γαλλικά, abattis στα ελληνικά
σωρός στα γαλλικά