lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άστατος στα γερμανικά

Λέξη:
άστατος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (11):
abwechselnd, alternativ, fahrig, flexibel, sprunghaft, unbeständig, variabel, veränderlich, wandelbar, wechselhaft, wechselnd
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά άστατος, είμαι άστατος, άστατοσ συνωνυμα, άστατος ύπνος, άστατος τερζής, άστατος στίχοι, άστατος στα γερμανικά, abwechselnd στα ελληνικά
άστατος στα γερμανικά